- κονταυγή
- ηη χαραυγή, οι τελευταίες στιγμές τής νύχτας, λίγο πριν την αυγή.[ΕΤΥΜΟΛ. < κοντ(ο)-* + αυγή (πρβλ. ροδ-αυγή, χρυσ-αυγή)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
κονταυγή — η η ώρα κατά την οποία πλησιάζει να φέξει, χαραυγή … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)